Στην πτώση του άνω βλεφάρου επέρχεται μείωση της απόστασης μεταξύ άνω και κάτω βλεφάρου είτε σε ένα είτε και στα δύο μάτια. Συχνά συγχέεται με την κατάσταση που ονομάζεται δερματοχάλαση και αφορά περίσσεια δέρματος και λίπους στο άνω βλέφαρο, κυρίως λόγω ηλικιακών αιτίων και τρόπου ζωής.
Που οφείλεται;
Η αξιολόγηση της πτώσης του βλεφάρου χρήζει λεπτομερούς εξέτασης από ειδικό οφθαλμίατρο για την ανάδειξη του ακριβούς αιτίου. Τα αίτια είναι πολλά και καλύπτουν μεγάλο φάσμα παθολογιών. Η πιο συχνή αιτία πτώσης του άνω βλεφάρου είναι η ηλικιακή/ εκφυλιστική χαλάρωση του ανελκτήρα μυός του άνω βλεφάρου. Η πτώση μπορεί επίσης να εμφανιστεί σε παιδιά ως συγγενής πτώση, να είναι νευρογενούς αιτιολογίας όπως στο σύνδρομο Horner ή την πάρεση του κοινού κινητικού νεύρου, να οφείλεται στη νόσο Μυασθένεια Gravis ή σε συγγενικές νόσους ή ακόμα και σε όγκους της περιοχής και τέλος να είναι εκδήλωση βλεφαροσπάσμου. Σε κάθε περίπτωση η σωστή διάγνωση του αιτίου της πτώσης είναι πολύ μεγάλης σημασίας, καθώς ορισμένες από τις προαναφερθείσες παθολογίες μπορεί να είναι απειλητικές και για τη ζωή του ασθενούς.
Πως θεραπεύεται;
Η θεραπεία της πτώσης του βλεφάρου εξαρτάται από την υποκείμενη παθολογία και μπορεί να περιλαμβάνει είτε θεραπεία της υποκείμενης νόσου είτε πιο συχνά, χειρουργική αποκατάσταση της πτώσης, η οποία γίνεται από εξειδικευμένο χειρουργό οφθαλμίατρο, υπό τοπική αναισθησία. Η χειρουργική διόρθωση μπορεί να γίνει είτε με εξωτερική τομή στο άνω βλέφαρο και επανασυρραφή του μυός με άριστη επούλωση της τομής μετεγχειρητικά, είτε με τομή από την οπίσθια πλευρά του βλεφάρου είτε με τη βοήθεια ειδικών υλικών ανάρτησης του βλεφάρου από το φρύδι.